Εισήγηση της Α.Θ.Μ.

ΠΕΤΡΟΥ του Ζ’

Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής

στο 12ο Διεθνές Συνέδριο “Άνθρωποι και Θρησκείες”,

“Οικουμενισμός”.

31η Αυγούστου, 1998.

Press Here for English textenglflag.gif (974 bytes)

Η έννοια της λέξεως “Οικουμενισμός” είναι στενά συνυφασμένη με την Ανατολική Ορθόδοξο Εκκλησία. Εκφράζει την οικουμενικότητα που έχει το μήνυμα του Ιερού Ευαγγελίου και την δυνατότητα να γίνει αποδεκτή η Χριστιανική Θρησκεία απ’ όλο τον κόσμο, ανεξάρτητα φυλής ή γλώσσας. Γι’ αυτό και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία χαρακτηριζόταν ως “Οικουμενική” και το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως “Οικουμενικόν”.

 

Ο Οικουμενισμός, όμως στις μέρες μας χρησιμοποιείται και με κάποια διαφοροποιημένη έννοια, η οποία εκφράζει την παγκόσμια συγχώνευση των διαφόρων θρησκειών, χριστιανικών και μη, σε μία παγκόσμια θρησκεία. Ο Οικουμενισμός αυτός, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας σύγχρονος Συγκρητισμός, απορρίπτεται ανεπιφύλακτα, κυριολεκτικά και χωρίς συζητήσεις από την Ορθόδοξο Εκκλησία.

 

Η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού επιδιώκει και θέλει τον “επί ίσοις όροις” διάλογο με τις ετερόδοξες Εκκλησίες και χριστιανικές Ομολογίες. Θέλει τον διάλογο εκείνον, που θα είναι βασισμένος επάνω στο φόβο του Θεού και την ομολογία της μιάς θείας Αλήθειας που απεκάλυψε στον κόσμο ο ενσαρκωμένος Λόγος και Υιός του Θεού Πατρός, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Επιδιώκει διάλογο που αποβλέπει στην αγάπη του ανθρώπου και που θα ενώνει τους πάντας κάτω από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία σαν ένα σώμα, το μυστικό Σώμα του Χριστού.

Στο Σώμα της Εκκλησίας δεν χωρεί το ψεύδος, αλλά μόνον η Αλήθεια. Δεν ζητά να κατέχει μόνον ένα μέρος της Αλήθειας, αλλά κατέχει όλη την Αλήθεια, γιατί ο Χριστός, που είναι η κεφαλή της Εκκλησίας, είναι η Αλήθεια.

 

Ο διάλογος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πραγματοποιείται μέσα στο πνεύμα της αγάπης και της αλήθειας. Προσδιορίζει τις εκκλησιολογικές και ηθικές προϋποθέσεις και υποχρεώσεις που οφείλουν να έχουν εκείνοι που συμμετέχουν σ’ αυτόν, ώστε η διεξαγωγή του να είναι χωρίς σκοπιμότητες και οπισθοβουλίες. Αυτό σημαίνει, ότι δεν είναι δυνατόν, από την Ορθόδοξο πλευρά, να αγνοηθεί ή και να θυσιασθεί η ορθή ερμηνεία της θείας Αποκαλύψεως προς χάριν κάποιας εξωτερικής, φαινομενικής και άνευ ουσίας ενότητας, όπως και δεν μπορεί να αγνοηθεί ο παράγων της αγάπης σαν το ύψιστο αγαθό στις σχέσεις των θεσμών και των ανθρώπων.

 

Βέβαια, ο υγιής, ο αληθής και ο αποδοτικός διάλογος περνά διά μέσου όλου του μηχανισμού της θεολογικής αντιπαραθέσεως, της σχετικής επιχειρηματολογίας, της πειθούς και της αναμφιρρόπου αποδείξεως. Μέσα απ’ όλη αυτή τη διανοητική διαδικασία προβάλλεται η αλήθεία του Χριστού, την οποίαν οφείλουν όλοι να ασπασθούν. Εάν θέλουμε να διαλεγόμεθα θεολογικώς και να πορευόμεθα προς την ενότητα της πίστεως, οφείλομε αφ’ ενός μεν να σεβασθούμε την ισότητα των όρων “εν τω διαλέγεσθαι”, αφ’ ετέρου δε την επικράτηση της αλήθειας της “εν αγάπη ενεργουμένης και τελειουμένης”.

 

Η αποκατάσταση της ενότητας των Εκκλησιών θα πραγματοποιηθεί μόνον όταν υπάρχει αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας, που είναι θεμελιωμένη στην ενότητα της πίστεως βάσει του κοινού βιώματος και της κοινής παραδόσεως της αρχαίας Εκκλησίας. Οι ενωτικές προσπάθειες των παρελθόντων αιώνων απέτυχαν, μάλιστα συχνά εσκλύρηναν τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των πιστών, διότι δεν σεβάσθηκαν την “επί ίσοις όροις” προϋπόθεση και βασίσθηκαν σε ξένα προς την ορθή ενότητα συμφέροντα.

 

Ο διάλογος της αλήθειας και της αγάπης είναι η μόνη οδός γιά την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας των Χρισιανών. Δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι η κοινωνία πίστεως είναι η συμμετοχή των πιστών στο μυστήριο του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι. Αυτή η κοινωνία χαρίζει στον ορθά πιστεύοντα την υιοθεσία του Θεού Πατρός που βρίσκει την έκφρασή της στη βιωμένη αγιότητα και την κοινωνία των αγίων μέσα στο χώρο της Εκκλησίας που ίδρυσε ο Κύριος.

 

Το μυστήριο της σωτηρίας είναι η εν Χριστώ Εκκλησία, η μόνη Κιβωτός σωτηρίας. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός ίδρυσε Μία και Μόνην Εκκλησία, που τα μέλη της αποτελούν το μυστικό Σώμα Του. Κανείς, λοιπόν, όση καλή διάθεση κι αν έχει, δεν έχει το δικαίωμα να διασπά ή να διαιρεί την ενότητα αυτού του Σώματος και να προβάλλει ξένες προς την Αποστολική Παράδοση διδασκαλίες. Δεν πρέπει εμείς, οι Επίσκοποι ιδιαιτέρως, να ξεχνάμε τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: ”Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος.” (Πράξ. 20:28).

 

Στην ορθή και καρποφόρο διεξαγωγή ενός σύγχρονου θεολογικού διαλόγου θα βοηθήσει η μελέτη και η εμβάθυνση του λόγου του Θεού, όπως τον ερμήνευσαν και εβίωσαν οι Πατέρες της αδιαιρέτου Εκκλησίας. Αυτή η συστηματική μελέτη θα βοηθήσει να επανεύρουμε την κοινωνία μας “εν αληθεία”, συνυπουργούσης και της άδολης αδελφικής αγάπης.

 

Η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι στατική, αλλά διαχρονική. Κινείται μέσα στο χρόνο και αντιμετωπίζει τα προβλήματα της κάθε εποχής επί τη βάσει της ερμηνείας της θείας Αποκαλύψεως. Η Θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ζωή, διά της οποίας οι πιστοί καταξιώνονται να γίνουν “κοινωνοί θείας φύσεως” (2 Πέτρ. 1:4).

 

Ο Θεολογικός Διάλογος είναι ευλογία Θεού και πρέπει να συνεχίζεται με υπομονή, με αλληλοκατανόηση, αλλά και προ πάντων με πολλή προσευχή. Στο διάλογο δεν φτάνει να μιλούμε, αλλά και να ακούμε. Πρέπει να παρακαλούμε τον Άγιο Θεό να χαρίσει σ’ όλους μας την θεία Του φώτιση, ώστε να έχουμε την ευαισθησία και την ικανότητα όχι μονάχα να διακρίνουμε το κύριο από το επουσιώδες, αλλά και να συλλαμβάνουμε τις εν χρόνω τυχόν διαφοροποιήσεις. Έτσι η όλη συμπεριφορά μας θα είναι αφ’ ενός μεν δικαία, αφ’ ετέρου δε προσγειωμένη στην ιστορική πραγματικότητα.

 

Στο τραπέζι του θεολογικού διαλόγου πρέπει να θέσουμε επί τάπητος όλα τα δεδομένα και όλη τη μαρτυρία της χριστιανικής μας Πίστεως. Διότι, τότε θα έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε το πόσο καλόπιστοι συζητητές είναι οι συνομιλητές μας.

 

Το Ορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής αποβλέπει στο Διάλογο. Επιδιώκει και ενθαρρύνει αυτόν. Ενδόμυχη επιθυμία αυτού είναι, όπως οι δρόμοι που οδηγούν προς την ενότητα της Πίστεως ανοίξουν διάπλατα με νέες δυνατότητες και προοπτικές. Διαλόγου, με τους καλοπροαίρετους εκείνους πιστούς των άλλων θρησκειών, για μιά καλή συνεργασία. Μέσω, λοιπόν, του διαλόγου ελπίζουμε, ότι συμβάλλουμε στην επικράτηση της θείας Αποκαλύψεως προς δόξαν του εν Τριάδι προσκυνουμένου Θεού ημών

Return to index of Patriarchal addresses